
Ο Βλαντίμιρ Βλαντίμιροβιτς Μαγιακόφσκι υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Ρώσους ποιητές και καλλιτέχνες του 20ού αιώνα αλλά και ο κορυφαίος εκπρόσωπος του ρωσικού Φουτουρισμού. Γεννήθηκε στη Βαγδάτη της Γεωργίας στις 7 Ιουλίου του 1893, από πατέρα ευγενούς καταγωγής. Από τα 14 του ασπάστηκε το Σοσιαλισμό, συμμετέχοντας ενεργά σε αντιτσαρικές διαδηλώσεις. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του, ο Βλαντιμίρ μαζί με τη μητέρα και τις δύο αδελφές του μετακόμισαν στη Μόσχα.
Το 1908 ο Μαγιακόφσκι έγινε μέλος του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος και φυλακίστηκε επανειλημμένα για τη δράση του. Στο κελί της απομόνωσης άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Μετά την αποφυλάκισή του σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας και προσχώρησε στο κίνημα των Ρώσων Φουτουριστών, όπου γρήγορα διακρίθηκε κι έγινε ο κύριος εκπρόσωπός τους.
Το 1912, ο κύκλος των Ρώσων Φουτουριστών εξέδωσε μανιφέστο με τίτλο «Χαστούκι στο γούστο του κοινού». Το κίνημα του Φουτουρισμού ανήγαγε σε φετίχ του το μέλλον και ύμνησε την τεχνολογική εξέλιξη. «Ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο αγώνων είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης» υποστήριζε ο Ιταλός Τ. Μαρινέτι, βασικός εκπρόσωπος του κινήματος.
Από την εποχή αυτή, η ποίηση του Μαγιακόφσκι άρχισε να γίνεται επιθετική και προκλητική, με έντονα τα στοιχεία της υπερβολής, της υπεροψίας και της αυτοαναφοράς. Το 1915 δημοσιεύει το πρώτο μεγάλο του ποίημα, το «Σύννεφο με Παντελόνια» ενώ το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου γνωρίζει και ερωτεύεται τη Λιλή Μπρικ, γυναίκα του εκδότη του Όσιπ Μπρικ.
Με την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Μαγιακόφσκι υποστήριξε με πολλούς τρόπους το νέο καθεστώς: Έγραφε στρατευμένα ποιήματα -Ωδή στην Επανάσταση, Αριστερή Πορεία- άρθρα, βιβλία για παιδιά και ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα. Το 1924 έγραψε μία ελεγεία 3.000 στίχων για το θάνατο του Λένιν.
Ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε στις 14 Απριλίου του 1930, μετά από προσωπικά και επαγγελματικά προβλήματα αλλά και απογοητευμένος από την άρνηση των αρχών να του επιτρέψει να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Η σφαίρα τον βρήκε ξαπλωμένο στο γραφείο του, στο σπίτι της οδού Λιουμπιάνκα, που σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο. Τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του εξέδωσε δύο θεατρικά έργα, τον Κοριό και το Λουτρό, ασκώντας κριτική στη σοβιετική γραφειοκρατία.
Σε όλους
Για το θάνατό μου μην κατηγορήσετε κανένα
και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά.
Το απεχθανόταν αυτό φοβερά ο μακαρίτης.
Μητέρα, αδελφές και σύντροφοι, συγχωρέστε με –αυτός δεν είναι τρόπος- (δεν τον συμβουλεύω σε άλλους)
μα δεν έχω διέξοδο.
Λίλια αγάπαμε
Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι
η Λίλια Μπρικ, η μητέρα, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλοτοβα Πολόνσκαγια.
Αν τους εξασφαλίσεις μια υποφερτή ζωή, ευχαριστώ.
Τ’ αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ.
Αυτοί θα τα ξεδιαλύνουν.
«Το επεισόδιο θεωρείται λήξαν» καθώς λεν
και εμείς ας πούμε
τη βάρκα του έρωτα
τη συνέτριψε η ζωή.
Είμαστε πάτσι τώρα οι δυό μας
και δεν έχει νόημα να καταγραφούνε κάθε αμοιβαίος πόνος, συμφορά και προσβολή.
Να ‘στε καλά.
Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι
Υστερόγραφο 12.IV.30
Σύντροφοι της ΡΑΠΠ. Μη με θεωρήσετε λιγόψυχο.
Σοβαρά, τίποτα δεν μπορεί να γίνει.
Γειά σας.
Πέστε του Γιερμίλοφ, λυπάμαι που έβγαλα το σύνθημα,
έπρεπε να συνεχίσω τον καυγά ως το τέλος.
Β.Μ.
Στο τραπέζι μου είναι 2.000 ρούβλια – δώστε τα στην Εφορία.
Τα υπόλοιπα πάρτε τα απ’ τις Κρατικές Εκδόσεις.
Β.Μ

Ο «Αρχάγγελος της Κρήτης» γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου του 1936 στα Ανώγια Ρεθύμνου. Ήταν μόλις πέντε ετών, όταν στις 13 Αυγούστου του 1941 οι γερμανοί κατακτητές εισέβαλαν στο χωριό του και το έκαψαν. Οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες στην κοιλάδα του Μυλοποτάμου, για να επιστρέψουν στον τόπο τους τρία χρόνια αργότερα, μετά την απελευθέρωση.
Τα πρώτα χρόνια στα κατεστραμμένα Ανώγια είναι φτωχικά και δύσκολα για την οικογένεια του Νίκου Ξυλούρη, όπως και για όλους τους συγχωριανούς του. Ο ίδιος φεύγει για το Ηράκλειο, για να μάθει γράμματα. Το σχολείο, όμως, του είναι μάλλον αγγαρεία και ήδη έχει δείξει την κλίση του στη μουσική.
Μια μέρα βλέπει έναν συγγενή του να παίζει λύρα κι από τότε του καρφώνεται η ιδέα να μάθει αυτό το όργανο. Οι αντιρρήσεις του πατέρα του κάμπτονται από τον δάσκαλό του, που αναγνώρισε από νωρίς το ταλέντο του. Έτσι, σε ηλικία μόλις 10 ετών, αποκτά την πρώτη του λύρα, σταματά το σχολείο στην Γ' Δημοτικού και μετά από ενάμιση χρόνο μαθητείας δίπλα στον λυράρη Λεωνίδα Κλάδο, ξεκινά να βγάλει το ψωμί του παίζοντας σε γάμους, βαφτίσια και γιορτές, σ' όλη την Κρήτη.
Το 1953 ο 17χρονος Νίκος αφήνει πίσω το χωριό του, για να εγκατασταθεί στο Ηράκλειο. Πιάνει δουλειά στο κέντρο «Κάστρο» και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει ίσα ίσα το ενοίκιο για την κάμαρά του. Έχει ν' αντιμετωπίσει τη μουσική της εποχής (ταγκό, βαλς, ρούμπα, σάμπα κλπ), καθώς και τους μεγάλους λυράρηδες που δεν τον βλέπουν με καλό μάτι. Οι καλοί φίλοι που έχει αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν, οργανώνοντας γλέντια, και το όνομά του αρχίζει σιγά - σιγά να γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό.
Σε μια αποκριάτικη γιορτή βλέπει την Ουρανία Μελαμπιανάκη, γόνο αριστοκρατικής οικογενείας, και την ερωτεύεται. Για ένα χρόνο της κάνει καντάδα κάθε βράδυ κάτω από το παράθυρό της, χωρίς στην πραγματικότητα να έχουν μιλήσει ποτέ. Η ταξική τους διαφορά θα τους αναγκάσει να κλεφτούν και να παντρευτούν κρυφά, στις 21 Μαΐου του 1958. Μαζί θα αποκτήσουν δύο παιδιά, τον Γιώργη και τη Ρηνιώ.
Στο μεταξύ, η ανοδική πορεία του συνεχίζεται. Σκοπός του είναι να μάθει ο κόσμος τα τραγούδια της Κρήτης έξω από τα σύνορά της. Το Νοέμβριο του 1958 ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο με την εταιρία «Odeon» υπό τον τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά», παίρνοντας ως αμοιβή 150 δραχμές! Ο δίσκος γνωρίζει επιτυχία και η εταιρία του τον βοηθάει να κάνει κι άλλους, βγάζοντάς τον από τις δύσκολες μέρες.
Το 1966 το κράτος επιλέγει και στέλνει τον Νίκο Ξυλούρη σ' ένα διαγωνισμό δημοτικής μουσικής στο Σαν Ρέμο της Ιταλίας, οπού ανάμεσα σε δεκάδες συγκροτήματα απ' όλο τον κόσμο παίρνει το πρώτο βραβείο για την ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με τη λύρα. Ο διάσημος για την Κρήτη λυράρης, ύστερα από πολύ κόπο και προσπάθεια, ανοίγει τα φτερά του και γίνεται γνωστός σ' όλη την Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου